Η Ιστορία της Κερκυραϊκής Νοτιοδυτικής πλευράς, που σήμερα στην μεγαλύτερη της πλειοψηφίας αποτελούν τις Δημοτικές ενότητες Μελιτειέων και Κορισσίων, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την παρουσία και εκμετάλλευση της Λιμνοθάλασσας των Κορισσίων. Διότι από τα αρχαία χρόνια η λίμνη ήταν μια τεράστια πλουτοπαραγωγική πηγή για την περιοχή και τους κατοίκους της. Ιδιαίτερα για τα χωριά του Αη Μαθιά, των Βραγκανιώτικων, των Χλομοτιανων, του Χλομού και των Αργυράδων, που εδαφικά βρισκόταν κοντά στην λίμνη, τα υφάλμυρα νερά της ήταν στοιχείο μεγάλης οικονομικής σημασίας.
Ολόκληρες οικογένειες απασχολούνταν και ζούσαν από την εκμετάλλευση της λίμνης. Οι οικογένειες αυτές είχαν και την υποχρέωση να διατηρούν ανοιχτά τα στόμια της λίμνης από και προς την θάλασσα. Αυτό ήταν αναγκαίο όχι μόνο για να εμπλουτίζεται το γλυκό νερό της λίμνης που τα όμβρια νερά της γύρω περιοχής έβρισκαν διέξοδο, με το θαλασσινό, αλλά και ιδιαίτερα το μήνα Σεπτέμβρη να βρίσκουν δίοδο τα χέλια που σε μπάλες έφταναν στην λίμνη, μετά από ένα μεγάλο ταξίδι από τις Βελλεαρίδες νήσους της Ισπανίας.
Έτσι από την Ανδυγαυική περίοδο, δηλαδή από το 1270 και μετά που υπάρχουν γραπτά στοιχεία με αναφορά στην Λίμνη, ξέρουμε ότι η λίμνη αποτελούσε ένα από τα πιο περιώνυμα και πλούσια φέουδα – η τιμάρια – που δινόταν στους τότε τιμαριούχους. Συνήθως δινόταν αυτόνομα (χωρίς τις γύρω περιοχές) μαζί με τους Παξούς που αποτελούσε αυτόνομο Τιμάριο, και ήταν γνωστό για την μεγάλη παραγωγή λαδιού που είχε. Ένας από τους πιο γνωστούς και πλούσιους τιμαριούχους της εποχής αυτής (τέλος του 13ου αιώνα) ήταν και ο Δούκας San Ippolito που διαφέντευε το Τιμάριο αυτό. Πολύ πιθανό να είχε σαν τόπο κατοικίας του κάποιο μικρό παλάτι στην περιοχή * Ντούκα* του Χαλικούνα, απ’ όπου και πήρε και η τοποθεσία αυτή το όνομα.
Στο διάστημα της Βενετικής κυριαρχίας του νησιού, υπάρχουν αρκετά συμβόλαια που αφορούν την Ενοικίαση και υπενοικίαση της λίμνης σε διάφορα φυσικά πρόσωπα, που την εκμεταλλευόταν. Από τα παλαιότερα που μας είναι γνωστά είναι και το παρακάτω που αλιεύσαμε από τα κατάστιχα του Συμβολαιογράφου της περιοχής Παπά Θεόδωρου Κίσση, του 1569 όπου
Ετσι έδω βλέπουμε ότι γίνεται επινοικίαση της λίμνης για ένα χρόνο, αναφέροντας ρητά τους τρόπους ψαρέματος και από “ότι ξαποστείλει ο θέος” να το μοιράζονται στη μέση. Άλλος ενοικιαστής της λίμνης στα μέσα του 16ου αιώνα, είναι και ο Αλέξανδρος Καψοκαβάδης. Στα 1600 σε διαθήκη της Θεωφήλας, γυνή του ποτέ Κυρ Γεώργιου Παγωμένου αναφέρεται ότι αφήνει στο παιδί του Λιβιέρη Καβουδίστρα “… όλον το αβλάκι εις τα κορήσια..”. Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση και να αναφέρουμε ότι το Σόϊ των Παγωμένων ήταν μια σημαντική Βυζαντινή οικογένεια, που εγκαταστάθηκε στον Αη Μαθιά τον 15ο αιώνα, ξεκληρίστηκε από την επιδρομή του Μπαρμπαρόσα- αφού πολλά μέλη της σύμφωνα με τις τότε διαθήκες πάρθηκαν δούλοι,- και τα ίχνη της χάνονται στις αρχές του 17ου αιώνα.
Έτσι στο πέρασμα των αιώνων τα 6.000 στρέμματα που καλύπτει ο πρώτος και σημαντικός αυτός υγρότοπος ήταν αρκετά να χωρέσουν πολλές οικογένειες που ψάρευαν σ αυτήν. Φαίνεται τότε ότι η λίμνη είχε χωριστεί σε πολλά τμήματα που νοικιάζονταν σε διάφορους ενοικιαστές. Αργότερα την περίοδο της Αγγλοκρατίας – μετά το 1815 - η λίμνη αποτελεί Ιδιωτική περιουσία, που ενοικιάζεται ολόκληρη σε ένα πρόσωπο. Στα 1842 το πρόσωπό αυτό είναι ο Προεστός της Στρογγυλής Αλέξιος Δροσόπουλος που εμφανίζεται και ως Επιστάτης της περιοχής αλλά και ως “ενοικιαστής των Ιχθύων”. Τότε στα 1842 υπάρχουν αρκετά πλούσια στοιχεία για εργασίες που έγιναν στην Λίμνη, σε 122 έγγραφα στον φάκελο 480 του Ιονίου κράτους που βρίσκεται στο Ιστορικό αρχείο Κερκύρας, και που είναι με τον Ιταλικό τίτλο Contenente 122 documenti scritte relattivi al lago di Corissia Περιεχόμενα σε 122 έγγραφα γραμμένα, σχετικά με την λίμνη των Κορισσίων, από τις 11 του Αυγούστου 1842 μέχρι τις 17 Μαΐου 1843. Συνολικά κομμάτια 187. Τα σημαντικά αυτά έγγραφα ξεκινούν την 10η Αυγούστου του 1842, με μια αίτηση προς τον έφορο για να προνοήσουν να ανοίξουν το στόμιο που συγκοινωνεί με την θάλασσα.
Ετσι μαθαίνουμε από το σημαντικό αυτό έγγραφο, ότι η Λίμνη ήταν Ιδιοκτησία των παραπάνω αναφερόμενων ευγενών Νικόλαου Μάντζαρου (του συνθέτη του Εθνικού ύμνου) του Μάρκου Πολυλά, του Πετρετίν Σπυρίδωνα και του Πέτρου Προσαλέντη ο οποίος είχε ενεχυριάσει το κομμάτι του, σαν υποθήκη Δανείου προς τον Ιωάννη Καρύδην. Όλοι αυτοί από κοινού είχαν νοικιάσει την λίμνη στον Προεστό της Στρογγυλής Αλέξιο Δροσόπουλο, όπως ήδη έχουμε και παραπάνω αναφέρει. Επίσης στα χωριά που θα έστελναν εργάτες δεν αναφέρονται ο Αη Μαθιάς και η Στρογγυλή. Τα χωριά όμως αυτά θα δώσουν τους πιο πολλούς εργάτες που θα ξεκινήσουν το έργο που θα γίνει. Ο Αη Μαθιάς επειδή η λίμνη ήταν στο μεγαλύτερο της μέρος στην περιφέρειά του, γεγονός που σε κάποια έγγραφα να αναφέρεται “λίμνη του Αγίου Μανθέος” ενώ η Στρογγυλή από το γεγονός ότι ο Ενοικιαστής της λίμνης ήταν και προεστός του Χωριού, και άνθρωπος με μεγάλη, για τα τότε δεδομένα οικονομική επιφάνεια. Έτσι για τα τότε δεδομένα θεωρούνταν τόσο αυτονόητο ότι οι εργάτες θα προέρχονταν από τον Αι Μαθιά και την Στρογγυλή, που δεν τα περιέλαβαν στην αίτηση αυτή. Ακόμη παρατηρούμε ότι για να εγκριθεί το έργο αυτό, στην αίτηση επικαλούνται λόγους υγείας, “καταμολυσμένος αέρας ένεκα των δυσωδών αναθυμιάσεων …. Προκαλούν θανατηφόρους ασθένειας”. Και ακόμη ότι υπήρχε από τότε κανάλι – στόμιο στον Πασαμάρκο, το οποίο όμως θα μπορούσε να διανοιχτεί τον Φλεβάρη – Μαρτη.
Σε κατοπινό έγγραφο Της 13/8/1842 του αρχηγού του Γραφείου της Εκτελεστικής Αστυνομίας (UFFICIO della POLIZIA ESECUTIVA), ο παραπάνω Δροσόπουλος καθίσταται υπεύθυνος ώστε να μεριμνήσει να ανοιχτούν όλα τα στόμια, μαζί με τον επιστάτη της Λευκίμμης τον Ιωάννη Κουρήν. Ουσιαστικά οι εργασία αυτή ήταν αναγκαστική αλλά ήταν έμμισθη. Μπορούσαν να καλέσουν όλους τους άνδρες από την ηλικία των 16 έως 45 χρόνων. Το μεροκάματο ήταν 55 οβολοί. Νόμισμα της εποχής ήταν το Κολονάτο. (1 Κολονάτο = 55 οβολοί).
Στο αρχικό στάδιο στα μέσα Αυγούστου του 1842 ο Αη Μαθιάς στέλνει 134 εργάτες και η Στρογγυλή 50 εργάτες. Στις 5/9/1842 αναφέρει
Σε κατοπινό έγγραφο της 12 Σεπτεμβρίου του 1842 και στην αναφορά του παραπάνω ΑρχηΧωροφύλακα Λάλια αναγράφεται
Παρακάτω αναφέρει και τον αριθμό των εργατών που κάθε χωριό έστειλε.
Σύνολο εξόδων εργατών από 30/8 έως 17/10/1842 είναι 2100 ημέρες x 55 οβολοί.
Αι Μαθιάς 110 Στρογγυλή 50 Αργυράδες 64 Χλομός 48 Περιβόλι 60 Κολοκύθι 18 Ρουμανάδες 6 Μαραθιάς 6 Αη Δημήτρης 6 Σπήληδες 12 (εννοεί πάνω και κάτω Σπήλιο. Το κάτω Σπήλιο είναι η σημερινή Μεσσογγή) Χλομοτινά 9 Κορακάδες 21 Βασιλατικα 15 Κουσπάδες 21 Νεοχωράκι 6 Μπραγγανιώτικα 21 Μωραιτικα 15 Πισκοπιανά 15
Μετά τις 15 του Σεπτέμβρη όμως οι Αγιομαθίτες και Κουσπαδίτες εργάτες αρνούνται να εργαστούν στην διάνοιξη του αυλακιού (τάγιου) “διά την αιτίαν του Τρύγου”. Για τον λόγο αυτό ο Αστυνόμος Χρήστος Σούκας στέλνει γράμμα προς τον Εφορο της Εκτελεστικής αστυνομίας.
Έτσι η μεγάλη σοδιά από σταφύλια της χρονιάς αυτής, αλλά και το γεγονός ότι τότε ο Αη Μαθιάς ήταν κύρια Οινοπαραγωγικό χωριό αφού καλλιεργούνταν πάνω από 3000 Μόδια αμπέλια, σύμφωνα με την καταγραφή του τότε Προεστού του χωριού Χαράλαμπου Αβραμιώτη. Για να έχουμε και μέτρο σύγκρισης, για ελαιοκαλλιέργεια υπήρχαν 1200 Μόδια Ελιές. Στις απογραφές αυτές που γινόταν κάθε χρόνο αναφέρονται και οι ποσότητες της παραγωγής του κάθε προϊόντος, αλλά για λόγους φορολογικούς οι ποσότητες που αναφέρονται είναι πολύ λιγότερες από τις πραγματικές παραγόμενες. Το μοναδικό χωριό που φαίνεται να δίνει πραγματικά στοιχεία είναι η Στρογγυλή, λόγω του γεγονότος ότι εκεί ήταν Προεστός αλλά και επιβλέπων όλης της περιοχής ο Δροσόπουλος, που ήταν και ενοικιαστής της λίμνης.
Έτσι η ανταρσία των Αγιομαθιτών και Κουσπαδιτών έβαλε σε κίνδυνο στο να τελειώσει έγκαιρα το έργο της διάνοιξης, πριν χαλάσει ο καιρός, και έρθει ο χειμώνας. Την λύση δίνουν οι Αργυραδίτες που δέχονται να δουλέψουν. Οι εργάτες από τους Αργυράδες ήταν ευχαριστημένοι και δέχθηκαν να δουλέψουν δωρεάν.
Στην κατάσταση εργατών για το διάστημα 19 Σεπτεμβρίου έως 10 Οκτωβρίου φαίνονται μόνο 43 Αγιομαθίτες, ενώ οι Αργυραδίτες είναι 160. Τότε στις 10 του Οκτώβρη σύμφωνα με έγγραφο του αστυνόμου χρειάζονταν μόνο 1 μέρα από 30 εργάτες για να τελειώσει το έργο αλλά οι πολλές βροχές δεν τους άφηναν.
Στις 18 του Οκτώβρη ο Αστυνόμος Γεώργιος Γκόγκας αναφέρει ότι οι εργασίες τελείωσαν από τους εργάτες των Αργυράδων
......
Τζαπόνια 3 Φτηάρια 4 Σφυριά 8 Μάτσα 1 μεγάλη Μάτσα 1 μικρή Τζόμπρα 1 μεγάλη
Ακόμη ανάμεσα στα ίδια έγραφα υπάρχουν και κάποια που βεβαιώνουν την απουσία των εργατών λόγω ασθένειας.
Μετά την διάνοιξη του τάγιου, τα ψάρια πληθαίνουν και μαζί με αυτά και το λαθραίο ψάρεμα. Σ' αυτό βοηθούν και οι πενήντα Κορίτοι που “ηβρίσκονται εις την αυτήν λίμνην, που με αυτά ψαρεύουν και πιάνουν τα ψάρια”. Έτσι σε έγγραφο του υπομοίραρχου Νικόλαου Κόντζη από Αργυράδες της 23/10/1843, δηλαδή ένα χρόνο μετά την διάνοιξη του Τάγιου, αναφέρονται αυτοί που έχουν πιαστεί και θα δικαστούν. Από τον Αη Μαθιά είναι ο Κοσταντίνος Βαραγγούλης και ο Χριστόδουλος λεγάμενος της Μπαρμπέρας. Ακόμη πιάστηκαν οι Νικόλαος Ζάχος από τα Χλομοτινά, ο Σύπατρος Αρώνης από την Στρογγυλή, ο Σπύρος Βαλαηδιότης και ο Τατζης Μηνάς από το Νεοχωράκη το αρβανίτηκο.
Στο ίδιο διάστημα γίνεται μια πολύ εμπεριστατωμένη και πλήρης μελέτη για την λύση του προβλήματος του χωσίματος των στόμιων της λίμνης, και που το πρόβλημα αυτό μετατρέπει την λίμνη σε έλος, που αποτελείται από 40 σελίδες, γραμμένη στα Ιταλικά.
Kaταγραφή της Λίμνης των Κορισσίων – Πεδιάδα της Λίμνης της Βαλαριάς. Αιτίες των δυσωδών αναθυμιάσεων που βλάπτουν την υγεία των κατοίκων της Διοικητικής περιφέρειας της Λευκίμμης. Τελικά λύση στο πρόβλημα θα δοθεί περίπου έναν αιώνα αργότερα, όταν με μηχανικά πλέον μέσα θα διανοιχτεί και διαπλατυνθεί το Τάγιο και θα τοποθετηθούν σωροί από πέτρες στην θάλασσα, ώστε να προστατεύουν το Τάγιο από τα Οστριογάρμπια και τα δυνατά Μαΐστρα. Κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του προηγούμενου εικοστού αιώνα, έγιναν επίσης αξιέπαινες παρεμβάσεις, για να κάνουν την λίμνη πιο αποδοτική.
Κείμενο: Κώστας Ανδριώτης