Τον 7ο αιώνα, το Βυζαντινό κράτος με την απειλή εισβολών των διαφόρων εχθρών της Αυτοκρατορίας, όπως Αράβων, Αβάρων, Περσών, Σλάβων, Βουλγάρων και άλλων, ενίσχυσε την στρατιωτική οργάνωση σε όλα τα σύνορα. Μην μπορώντας όμως να ανταπεξέλθει στα τεράστια έξοδα του μισθοφορικού στρατού που απαιτούνταν, και κάτω από τον φόβο στάσεων, συνομωσιών και επαναστάσεων ενάντια στον Αυτοκράτορα, άρχισε να εφαρμόζει την στρατιωτική γαιοκτημοσύνη.
Μέσα σ αυτό το πλαίσιο, νησιά όπως η Κέρκυρα, και ιδιαίτερα εύφορες περιοχές της, με πολλά νερά, και μεγάλες πεδινές εκτάσεις όπως η περιοχή αυτή του σημερινού Αϊ Μαθιά απέκτησαν σημαντική αξία και σημασία, αφού μπορούσαν να παραχωρηθούν σε στρατιώτες του Μισθοφορικού ακριτικού Βυζαντινού στρατού, έναντι του μισθού τους, και των στρατιωτικών υπηρεσιών που ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν σε περίπτωση που οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Κατόπιν στους ίδιους πρώην μισθοφόρους, επιβλήθηκαν διάφοροι φόροι. Οι ίδιοι όμως πρώην μισθοφόροι δημιουργούν την τάξη των ισχυρών, ή “δυνατών” όπως τους αποκαλούσαν, αφού και στο Βυζάντιο ουσιαστικά ποτέ δεν έσβησε η Ρωμαϊκή παράδοση των patrocinium, των λεγόμενων Πατρόνων, που “ ασφαλίζουν τάξιν τινά” σύμφωνα με τον Ρώσο Ιστορικό Vasilιef.
Τα Κερκυραϊκά “φέουδα” υπήρχαν πολύ πριν την Ενετοκρατία στην Κέρκυρα. Αυτά ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία εδαφικά. Γι’ αυτό υπάρχουν οι λεγόμενες “Αναγραφές” που ήταν οι απογραφές των κτημάτων και “γαιών” και του ανθρώπινού τους δυναμικού, κάτι που κληροδοτήθηκε από τον καιρό των Βυζαντινών, και την οργάνωση των λεγόμενων “Χορίων ”. Το αντίστοιχο δε των μετέπειτα Λατινικών “ Φέουδων” ήταν η λεγόμενη “Πρόνοια” στους Βυζαντινούς, η το Οθωμανικό “Τιμάριο”. Το φέουδο, ουσιαστικά λειτουργεί σαν μια εκχώρηση δικαιωμάτων του Ηγεμόνα, η του κράτους προς Τρίτους, έναντι παροχής υπηρεσιών, που στην πλειοψηφία τους, οι υπηρεσίες αυτές ήταν στρατιωτικού χαρακτήρα.
Υπήρχαν οι Feudatarii της Ανδυγαυϊκής εποχής
To παραπάνω κείμενο είναι τεράστιας Ιστορικής αξίας, διότι είναι από τα πιο πρώιμα που έχουμε υπόψιν μας και αναφέρεται στον αυτοδιοικητικό αλλά και φορολογικό χάρτη της τότε Κέρκυρας. Διότι οι λεγόμενες Δεκαρχίες ήταν από τα Βυζαντινά χρόνια φορολογικές κυρίως οντότητες. Η παρουσίαση αυτών γίνεται από Νότο προς Βορρά, όπου αναφέρονται τα ονόματα των ιερέων που αυτοί και οι οικογένειές τους διατηρούσαν τα προνόμια τους. Η περιοχή του πρώην Δήμου Μελιτειέων δείχνει να αναφέρεται ως η Δεκαρχία “Mardatorum ed est de Scalito” δηλαδή των Μαρδαϊτών και τώρα του Σκαλίτη με ιερείς τον Γεώργιο Παυλιανίτη και τον…. ……. Νικηφόρο. Επώνυμα που εμφανίζονται και αργότερα (Νικηφόρος σε Σταυρό και Ζγονό), ενώ και το επώνυμο Παυλιανίτης παραπέμπει στο χωριό της Παυλιάνας
“Μορτίκιον” η κληρονομική “Στάσης” των Βυζαντινών.
Τώρα πλέον έρχονται άλλες Δυτικόφερτες οικονομικές σχέσεις μεταξύ των Φεουδαρχών και των καλλιεργητών της γης. Σολιάτικα - Συγκράτειες - Κανίσκια.
Σε κατοπινό συμβόλαιο του 1545 μεταξύ του Τζουάν Ιάκωβου Καψοκαβάδη κατοίκου Αϊ Μαθιά
Στο παραπάνω συμβόλαιο ουσιαστικά αναφέρονται όλοι οι τρόποι ενοικίασης η φορολόγησης που κυριαρχούσαν στις τότε αγροληπτικές σχέσεις. Θα πρέπει επίσης εδώ να αναφέρουμε ότι ο παραπάνω Καψοκαβάδης, σε άλλα συμβόλαια εμφανίζεται και σαν Τζουάν Ιάκωβος Κανονικός, το οποίο σημαίνει ότι ήταν ο διαχειριστής της περιουσίας των Εμπαρουνικών κτημάτων της μεγάλης Εκκλησίας που ήταν η Λατινική Αρχιεπισκοπή.
Ακόμη και αρκετά χρόνια μετά την έλευση των Βενετών, χρησιμοποιείτε ακόμη ο Βυζαντινός όρος Προνειάριος ή Προνειάρης για τους Ιδιοκτήτες κατόχους των Βαρονιών. Αυτό το βλέπουμε σε συμβόλαιο του 1473 του συμβολαιογράφου Χονδρομάτη όπου ο Βαρόνος Φεουδάρχης Δεληγότης δίδει μέρος του φέουδού του στην περιοχή Ζυγονού προς τον Μακάριον Μοναχόν.
Πολλές φορές τα Τοπωνύμια μας δίνουν μια πολύ σαφή εικόνα, της οικονομικής και συνακόλουθα κοινωνικής ανάπτυξης ενός χώρου. Ακόμη περισσότερο όταν τα τοπωνύμια αυτά, μέσω των γραπτών κειμένων αποδεικνύεται ότι υπάρχουν από πολύ νωρίς, και αναλλοίωτα έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας. Τέτοια στην περίπτωσή μας είναι Τα τοπωνύμια “Στου Nτούκα” ή στου “Ντούκα το απαλάτι” στου “Κούρτη” είναι δηλωτικά ότι κατά πάσα πιθανότητα την Ανδυγαϋική και πρώιμη Βενετική περίοδο, στα εδάφη αυτά που βρίσκονται βόρειο ανατολικά της Λίμνης των Κορισσίων υπήρχε το παλάτι κάποιου Δούκα, το οποίο προστατευόταν από Κούρτη.
Κείμενο: Κώστας Ανδριώτης